Εκτύπωση
Κατηγορία: Φάρμακα

Σύμφωνα με το υπ' αριθμόν Υ1/Γ.Π./οικ. 129753 (19.10.2010) έγγραφο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου:
[...] Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, επισημαίνοντας τον κίνδυνο επανεμφάνισης μεγάλου αριθμού κρουσμάτων φυματίωσης (μετανάστες, μετακινούμενοι πληθυσμοί κ.ά.), συσχετιζομένου συχνά και με τα κρούσματα του AIDS παγκοσμίως, συνιστά τη διεξαγωγή επιδημιολογικών ερευνών, σε συνδυασμό με την ανεύρεση δεικτών διαμόλυνσης του ευπαθούς λπηθυσμού, προκειμένου τα κράτη-μέλη του να αναπροσαρμόσουν τα προγράμματα αντιφυματικού αγώνα, συμπεριλαμβάνοντας και τον αντιφυματικό εμβολιασμό (BCG).

Σύμφωνα με τις οδηγίες της Διεθνούς Ένωσης κατά της Φυματίωσης και των νόσων του Αναπνευστικού (IUALATD)και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO), η χώρα μας δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη διακοπή του αντιφυματικού εμβολιασμού. Κατά συνέπεια ο αντιφυματικός εμβολιασμός BCG θα εξακολουθήσει να γίνεται όπως και τα προηγούμενα χρόνια, δηλαδή στην ηλικία των 6 ετών, αφού προηγουμένως γίνει έλεγχος με δερμοαντίδραση mantoux. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στον εμβολιασμό των παιδιών που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου, όπως:

Για όσα παιδιά δεν εμβολιάσθηκαν για διάφορους λόγους στη συνιστώμενη ηλικία, ο εμβολιασμό μπορεί να γίνει μέχρι την ηλικία των 12 ετών. Πρέπει να γίνεται κάθε προσπάθεια ο εμβολιασμός να πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους. Επιπλέον, όσοι υγιείς ενήλικες απαιτείται να εμβολιασθούν για συγκεκριμένους λόγους, μπορούν με ασφάλεια να το κάνουν, εφόσον προηγηθεί έλεγχος με δερμοαντίδραση mantoux. Έλεγχος της mantoux μετά τον εμβολιασμό, για πιστοποίηση της θετικοποίησής της, δεν συνιστάται.
Παράλληλα, συνιστάται μαζικός προληπτικός έλεγχος με δερμοαντίδραση mantoux στις ηλικίες 12-15 μηνών, 4-6 ετών (πριν τον εμβολιασμό με BCG) και στην ηλικία των 11-12 ετών στα ανεμβολίαστα παιδιά (όταν γίνεται η εκτίμηση της εμβολιαστικής τους κάλυψης).
Αναφορικά με ον εμβολιασμό των εκπαιδευτικών, είναι απαραίτητη η ακτινογραφία θώρακος (αν δεν υπάρχει ιατρική αντένδειξη) και η δερμοαντίδραση (mantoux) κατά την πρόσληψή τους και στη συνέχεια κατά πενταετία. Στην περίπτωση που κατά το μεσοδιάστημα εμφανιστεί έντονος βήχας, ο οποίος διαρκεί περισσότερο από ένα μήνα, πέραν της κλινικής εξέτασης, πρέπει να γίνεται έλεγχος με ακτινογραφία θώρακος. Αν υπάρχουν ακτινολογικά ευρύματα, επιβάλλεται περαιτέρω έλεγχος του εκπαιδευτικού και έλεγχος του ευρύτερου κοινωνικού και ιδιαίτερα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος. [...]