Μερικές από τις βασικές προκλήσεις, όπως συνοψίζονται στην έκθεση, περιλαμβάνουν:
«Η λήξη των πατεντών, σε συνδυασμό με τη μείωση των νέων προϊόντων, που αναπτύσσονται, στερεί από τις φαρμακευτικές εταιρείες βασικές πηγές εσόδων.
Η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει τα κράτη και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς σε όλο τον κόσμο σε μειώσεις τιμών, καθώς και σε αλλαγή πολιτικών για την αποζημίωση των φαρμάκων, μειώνοντας τα έσοδα, αλλά και δυσχεραίνοντας την αποδοχή νέων ακριβότερων θεραπειών.
Η προσπάθεια ελέγχου της φαρμακευτικής δαπάνης έχει οδηγήσει σε αλλαγή του ρόλου των επιστημόνων υγείας, όσον αφορά στη συνταγογράφηση, καθώς οι ασφαλιστικοί οργανισμοί, τα νοσοκομειακά ιδρύματα, το κράτος, αλλά και ο ίδιος ο ασθενής έχουν αυξανόμενο ρόλο στην επιλογή της θεραπείας.
Ο βαθμός ρυθμιστικού ελέγχου αυξάνεται σε όλο τον κόσμο τόσο όσον αφορά στις διαδικασίες παραγωγής, «φαρμακοεπαγρύπνησης» και διαχείρισης όσο και στις σχέσεις της βιομηχανίας με τους επιστήμονες υγείας και την «πωλησιακή» λειτουργία.
Στην έκθεση τονίζεται ότι οι παγκόσμιες αυτές τάσεις είναι οι ίδιες, που παρουσιάζονται και στην ελληνική αγορά, με τη βασική διαφορά ότι, ενώ στις άλλες χώρες η ανάδυσή τους υπήρξε αποτέλεσμα μίας σταδιακής διαδικασίας, στην Ελλάδα, λόγω της οικονομικής κρίσης, η νέα πραγματικότητα διαμορφώνεται πάρα πολύ γρήγορα, δημιουργώντας επιπλέον προκλήσεις για τον κλάδο.
Για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών, η έρευνα αναγνωρίζει πρακτικές, που ήδη υιοθετούνται σταδιακά από τις φαρμακευτικές εταιρείες, διεθνώς, όπως είναι:
«Αλλαγή του εμπορικού μοντέλου, με την αναγνώριση ότι ο γιατρός είναι πλέον ένας από τους κρίκους μίας αλυσίδας εμπλεκομένων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Προσαρμογή της στρατηγικής τοποθέτησης των προϊόντων, μέσω νέων μοντέλων τιμολόγησης, ανάλυσης των μακροχρόνιων επιπτώσεων στην υγεία του πληθυσμού και της συγκριτικής αποτελεσματικότητας, βάσει πραγματικών στοιχείων.
Μείωση του λειτουργικού κόστους για την ελάττωση της επίδρασης της πτώσης των τιμών και των πωλήσεων. Οι υιοθετούμενες αλλαγές του εμπορικού μοντέλου υποστηρίζουν και αυτό το στόχο.
Επέκταση των συνεργασιών για την έρευνα και την ανάπτυξη, αλλά και την προώθηση των προϊόντων, ακόμα και όταν αυτές δεν παίρνουν τη μορφή συγχωνεύσεων ή εξαγορών.
Έμφαση στις αναδυόμενες αγορές.
Διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου διασφάλισης της ρυθμιστικής συμμόρφωσης, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του διευρυμένου πλέον οικοσυστήματος και των νέων απαιτήσεων των ρυθμιστικών αρχών».