Τέσσερα νέα γονίδια που προδιαθέτουν έναν άνθρωπο για πονοκεφάλους ανακάλυψε διεθνής ερευνητική ομάδα, ενώ επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη άλλων δύο που είχαν εντοπιστεί παλαιότερα.
Ηταν η τρίτη έρευνα που εντόπισε γονίδια σχετικά με τον πονοκέφαλο, αλλά η πρώτη που εστιάστηκε στην πιο κοινή μορφή ημικρανίας. Προς το παρόν πάντως, η ανακάλυψη δεν πρόκειται να βοηθήσει όσους υποφέρουν από ημικρανίες, αλλά μια μέρα, μετά από χρόνια, μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπείες. (Πηγή: ethnos.gr)
Οι ημικρανίες, εκτός από περιβαλλοντικές αιτίες που μπορούν να τις πυροδοτήσουν, έχουν γενετική βάση και μόλις τώρα οι επιστήμονες αρχίζουν να ανακαλύπτουν τους σχετικούς γενετικούς παράγοντες. Μια περυσινή αμερικανική έρευνα είχε εντοπίσει τρία γονίδια που σχετίζονται με τις ημικρανίες και είχε υπολογίσει ότι όσοι κληρονομούν ένα από αυτά, έχουν 10% έως 15% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν χρόνιους πονοκεφάλους.
Οι επιστήμονες της Διεθνούς Κοινοπραξίας Γενετικής του Πονοκεφάλου, που προέρχονταν από την Ευρώπη και την Αυστραλία και παρουσίασαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό γενετικής «Nature Genetics», με επικεφαλής τον καθηγητή Ααρνο Παλότι του πανεπιστημίου του Ελσίνκι στη Φινλανδία, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, ανέλυσαν γενετικά δεδομένα από περίπου 11.800 ανθρώπους, από τους οποίους οι 4.800 έπασχαν από ημικρανίες, ενώ οι υπόλοιποι δεν είχαν τέτοιο πρόβλημα, αλλά το γονιδίωμά τους μελετήθηκε για λόγους σύγκρισης.
Η ανακάλυψη των γονιδίων ενισχύει την άποψη ότι η δυσλειτουργία ορισμένων μορίων που είναι σημαντικά για τη μετάδοση των σημάτων ανάμεσα στους νευρώνες του εγκεφάλου, είναι αυτή που συμβάλλει ιδιαίτερα στην πρόκληση των επίμονων πονοκεφάλων.
Δύο από τα γονίδια εξάλλου παραπέμπουν στον πιθανό ρόλο των αιμοφόρων αγγείων και στην πρόκληση διαταραχών στην κυκλοφορία του αίματος στον εγκέφαλο.
Η ημικρανία ταλαιπωρεί περίπου μία στις έξι γυναίκες και έναν στους οκτώ άνδρες, αποτελώντας μία από τις κυριότερες αιτίες απουσίας των εργαζομένων από τη δουλειά τους, γεγονός με οικονομικό κόστος, πέρα από το ανθρώπινο.
Περίπου μία στις τρεις ημικρανίες συνοδεύεται από παροδικά νευρολογικά (κυρίως οπτικά) συμπτώματα, τη λεγόμενη «αύρα». Ο πιο κοινός τύπος ημικρανίας, στον οποίο και επικεντρώθηκε η νέα γενετική έρευνα, είναι χωρίς «αύρα».