Άρθρο του Προέδρου του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης στο f.daily
Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθούμε έναν πόλεμο δηλώσεων και παρερμηνειών σχετικά με τη συμμετοχή των φαρμακείων στην εθνική εκστρατεία εμβολιασμών κατά της COVID-19. Ο μήνας που διανύουμε είναι κρίσιμος, καθώς αναμένεται, μετά τον FDA, η έγκριση και από τον ΕΜΑ ενός νέου εμβολίου, το οποίο δεν θα απαιτεί ειδικές συνθήκες συντήρησης, όπως βαθιά κατάψυξη. Συνεπώς η πολιτεία, όπως άλλωστε το έχει προαναγγείλει, δεν αποκλείεται να ζητήσει από τους φαρμακοποιούς να αναλάβουν και πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο διενεργώντας εμβόλια κατά του SARS-CoV-2 και στα φαρμακεία τους.
Αναμφίβολα στη μάχη αυτή κανείς μας δεν περισσεύει.
Επί χρόνια οι φαρμακοποιοί, ως επαγγελματίες υγείας που απολαμβάνουμε υψηλότατης εμπιστοσύνης των ασθενών και αποτελούμε αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης, θα μπορέσουμε να αναλάβουμε, εφόσον αποφασιστεί, και αυτή την πράξη με ασφάλεια και τήρηση όλων των υγειονομικών μέτρων προστασίας.
Με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλουμε στην ανοσοποίηση του γενικού πληθυσμού και τον περιορισμό της πανδημίας. Άλλωστε ως καταρτισμένοι επιστήμονες υγείας και πιστοποιημένοι από το νόμο διενεργούμε αντιγριπικά εμβόλια και χορηγούμε αντιτετανικό ορό.
Όπως λοιπόν για τον αντιγριπικό εμβολιασμό αναπτύχθηκαν και τηρούνται συγκεκριμένα επιστημονικά πρωτόκολλα, το ίδιο είναι λογικό να γίνει και για το εμβόλιο κατά του κορονοϊού.
Καθήκον των Συλλόγων είναι να δίνουν σε όλους τους φαρμακοποιούς τη δυνατότητα συμμετοχής με ίσους όρους στις διαδικασίες που οδηγούν το επάγγελμά μας προς το αύριο. Η συμμετοχή, βέβαια, είναι προαιρετική και καθένας από εμάς επιλέγει ποιες από αυτές τις διαδικασίες τον εκφράζουν, τις παρακολουθεί και τις εφαρμόζει. Είναι σε όλους γνωστό ότι στον τομέα αυτό η Θεσσαλονίκη πρωτοπορεί.
Ως φαρμακοποιοί οφείλουμε να είμαστε ενημερωμένοι σωστά, γρήγορα και αποτελεσματικά σε περίπτωση που η πολιτεία εντάξει και τα φαρμακεία μας στη διενέργεια των εμβολιασμών. Η προσπάθεια αυτή είναι πανεθνική και πανυγειονομική και δεν περισσεύει κανείς.